Φιλίππου, Λ. (1953). Κύπριοι ἀγωνισταί. Λευκωσία: Ἔκδοσις Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου.
Ἡ ἐνεργὸς συμβολὴ τῆς Κύπρου εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς Ἑλληνικῆς ἀνεξαρτησίας ἀποτελεῖ ἔξοχον τίτλον τιμῆς διὰ τὴν Ἑλληνικήν μας μεγαλόνησον, ἡ ὁποία μόνη διετήρησεν ἀκλόνητον τὴν Ἐθνικήν της συνείδησιν καὶ ἀνέσπερον τὸ φῶς τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἰς τὴν Ἀνατολικὴν λεκάνην τῆς Μεσογείου, καθ’ ὃν χρόνον αἱ γύρω της χῶραι, ἑστίαι ἄλλοτε τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, ἡ Αἴγυπτος καὶ ἡ Συρία καὶ τελευταῖον ἡ Μ. Ἀσία, ἡ καρδία τῆς μεσαιωνικῆς Ἑλληνικῆς Αὐτοκρατορίας, ἐξισλαμίσθησαν καὶ ἐχάθησαν διὰ τὸν Ἑλληνισμόν.
Ὅταν τὸ Ἔθνος ἀνελάμβανε τὸν ὑπὲρ ἀνεξαρτησίας ἀγῶνα, ἡ Κύπρος εὑρίσκετο ἑκατοντάδας μιλίων μακρὰν τοῦ Ἑλληνικοῦ κορμοῦ, πλησίον χωρῶν μὲ μεγάλον Τουρκικὸν πληθυσμὸν καὶ εἶχε τρομοκρατηθῆ διὰ συνεχῶν σφαγῶν, αἱ ὁποῖαι ἤρχισαν ἀπὸ τὸν Μάιον τοῦ 1821 καὶ ἔφθασαν εἰς τὸ κατακόρυφον τὴν 9ην Ἰουλίου τοῦ ἰδίου ἔτους, ὅτε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανὸς ἀπηγχονίσθη, οἱ Μητροπολῖται Πάφου Χρύσανθος, Κιτίου Μελέτιος καὶ Κυρηνείας Λαυρέντιος ἐκαρατομήθησαν καὶ ἄλλοι ἀνώτεροι κληρικοὶ καὶ πρόκριτοι ἐσφαγιάσθησαν. Ἐν μέσῳ τοῦ τρομοκρατικοῦ αὐτοῦ περιβάλλοντος καὶ μὲ τὴν Δαμόκλειον σπάθην κρεμμαμένην ἐπὶ τῆς κεφαλῆς των ἐγκατέλειπαν οἱ γενναῖοι Κύπριοι ἀγωνισταὶ τὰς ἑστίας των διὰ νὰ λάβουν μέρος εἰς ἕνα ἀγῶνα, τὸν ὁποῖον κατεδίκασαν οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, ἀλλ’ οἱ ἴδιοι ἐπίστευαν ἀκραδάντως, ὅτι θὰ ἐδημιούργει ἐλεύθερον Ἑλληνικὸν κράτος περιλαμβάνον ὅλα τὰ τοῦ Ἔθνους τμήματα καὶ τὴν ἰδιαιτέραν των πατρίδα. Δὲν ἐδίστασαν πρὸς τοῦτο νὰ ἐγκαταλείψουν τὰς οἰκογενείας των, τοὺς φίλους των, ἄλλοι τὴν μικράν, καὶ ἄλλοι τὴν μεγάλην περιουσίαν των διὰ νὰ λάβουν μέρος εἰς ἀγῶνα μὲ ἀβεβαίαν ἔκβασιν, νὰ χύσουν τὸ αἷμά των καὶ μερικοὶ ν’ ἀποθάνουν ἐπὶ τῶν ἐθνικῶν ἐπάλξεων μὲ τὸ ὄνειρον τῆς Ἑλληνικῆς Ἐλευθερίας.
Ἡ συμβολὴ τῶν Κυπρίων ἡρώων εἰς τὸν ἀγῶνα τῆς ἀνεξαρτησίας δὲν ἀπεδείκνυε μόνον, ὅτι ἡ Κύπρος δὲν ἔπαυσε νὰ γεννᾷ τέκνα ἐμπνεόμενα ἀπὸ τὰ ὑψηλότερα καὶ εὐγενέστερα ἰδανικὰ τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ἀγάπην πρὸς τὴν ἐλευθερίαν καὶ τὴν πατρίδα, ἀλλὰ ταυτοχρόνως καὶ τὴν Ἑλληνικότητά της, ἡ ὁποία τελευταίως διὰ λόγους πολιτικῆς σκοπιμότητος ἠμφισβητήθη. Ἀλλὰ ποία καλυτέρα μαρτυρία δύναται νὰ ὑπάρξῃ διὰ τὴν ἀπόδειξιν τῆς ἐθνικότητός της ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν Κυπρίων ἡρώων, οἱ ὁποῖοι παρ’ ὅλας τὰς ἀντιξόους περιστάσεις καὶ τοὺς ἀμέτρους κινδύνους ἔσπευσαν νὰ θυσιάσουν τὰ πάντα διὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους;
Τὰ ὀνόματα καὶ ἡ δρᾶσις τῶν Κυπρίων ἀγωνιστῶν θὰ ἔπρεπε πρὸ πολλοῦ νὰ εἶχον ἐξακριβωθῆ καὶ αἱ βιογραφίαι των ν’ ἀπετέλουν ἀνάγνωσμα ὄχι μόνον διὰ τὰ σχολεῖα, ἀλλὰ διὰ κάθε Κύπριον, πηγὴν ὑψηλοῦ φρονηματισμοῦ, εὐγενῶν ἐμπνεύσεων καὶ ὑπερόχων διδαγμάτων. Δυστυχῶς τοῦτο δὲν ἔγινε καὶ τὰ ὀνόματα πολλῶν ἐκ τὼν ἡρώων μας, τὰ ὁποῖα δὲν διεσώθησαν εἰς ἔγγραφα, ἀλλὰ παρέμειναν μέχρι πρότινος εἰς τὴν ἀνθρωπίνην μνήμην, ἐξηφανίσθησαν ἤδη δυστυχῶς μὲ τοῦ χρόνου τὴν πάροδον.
(Φιλίππου, 1953, σ. ζ)